Είναι η εξέταση που χρησιμοποιείται για τη διάγνωση και αντιμετώπιση παθήσεων των χοληφόρων οδών και του παγκρέατος. Ανάλογα με την δυσκολία της επέμβασης, η ERCP μπορεί να διαρκέσει από μισή έως και δύο ώρες και διενεργείται υπό ακτινολογικό έλεγχο.
Λόγω του ελάχιστου επεμβατικού τρόπου της ERCP ο ασθενής αποφεύγει δύσκολες χειρουργικές επεμβάσεις που απαιτούν πολλές ημέρες νοσηλείας και παρουσιάζουν μεγάλα ποσοστά επιπλοκών.
Γίνεται με τη χρήση ενός ειδικού εύκαμπτου σωλήνα που ονομάζεται δωδεκαδακτυλοσκόπιο, το οποίο εισέρχεται δια του στόματος στον οισοφάγο, στο στομάχι και ακολούθως στο δωδεκαδάκτυλο.
Οι πιο συχνές ενδείξεις για την διενέργεια μιας ERCP είναι:
- Η διάγνωση και η αφαίρεση λίθων μέσα από τον χοληδόχο πόρο (χοληδοχολιθίαση).
- Η ανεύρεση της αιτίας και αντιμετώπιση του ικτέρου. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να τοποθετηθεί από τον γιατρό ένας μικρός σωλήνας (stent) έτσι ώστε να παροχετεύεται η χολή στο λεπτό έντερο.
- Αντιμετώπιση επιπλοκών κάποιων χειρουργικών επεμβάσεων, όπως η διαφυγή χολής, μετά από χολοκυστεκτομή.
- Όγκος παγκρέατος – χοληφόρων.
Με την ERCP ο επεμβατικός γαστρεντερολόγος μπορεί να καθαρίσει το χοληδόχο πόρο από λίθους, τους οποίους αφαιρεί με ειδικούς καθετήρες και εργαλεία. Ο ασθενής με τον τρόπο αυτό απαλλάσσεται από τον κίνδυνο μιας πιθανής χολαγγειίτιδας ή οξείας παγκρεατίτιδας, καταστάσεις που έχουν υψηλή νοσηρότητα και δυνατόν να είναι επικίνδυνες για τη ζωή του/της. Στις περιπτώσεις απόφραξης των χοληφόρων από στενώσεις ή όγκους των χοληφόρων οδών ή του παγκρέατος, μπορεί να γίνει τοποθέτηση πλαστικής ή μεταλλικής ενδοπρόσθεσης (stent). Έτσι, αποκαθίσταται η φυσιολογική ροή της χολής και ο ασθενής ανακουφίζεται από τον ίκτερο. Σε περίπτωση διαφυγής χολής μετά από λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή, μπορεί να τοποθετηθεί πλαστικό stent το οποίο «γεφυρώνει» το σημείο της διαφυγής και εμποδίζει έτσι τη χολή να ρέει μέσα στην κοιλιά.